Μοτοσυκλετιστικός Όμιλος Αμυνταίου
Μ.Ο.Α
Ο Δήμος Αμυνταίου είναι δήμος της περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας που συστάθηκε με το Πρόγραμμα Καλλικράτης.Προέκυψε από την συνένωση των προϋπαρχόντων δήμων Αμυνταίου, Φιλώτα και Αετού και των Κοινοτήτων Λεχόβου, Νυμφαίου και Βαρικού.Η έκταση του νέου Δήμου είναι 599,6 τ.χλμ και ο πληθυσμός του 16.973 σύμφωνα με την απογραφή του 2011 (18.975 κάτοικοι σύμφωνα με την απογραφή του 2001). Έδρα του νέου δήμου ορίστηκε το Αμύνταιο και ιστορική έδρα το Νυμφαίο.
Ιστορική Αναδρομή
Δεν έχει καταστεί ακριβές πότε κατοικήθηκε για πρώτη φορά η περιοχή. Η αρχαιολογική σκαπάνη επιβεβαιώνει ύπαρξη οικισμού στα βόρεια της λίμνης των Πετρών που ανάγεται στην εποχή του σιδήρου, ενώ στη νοτιοδυτική πλευρά της ίδιας λίμνης και σε λόφο με την επωνυμία «Γκραντίστα» άνθισε πόλη κατά τους ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους. Η πόλη ήλεγχε το πέρασμα από τη Λυγκιστίδα στην Εορδαία δηλαδή την δίοδο από την άνω στην κάτω Μακεδονία. Πάντως στα μέσα του 18ου αιώνα δημιουργείται ο πρώτος οργανωμένος οικιστικός πυρήνας του Αμυνταίου, όταν οικογένειες από τις γύρω ορεινές περιοχές κατέβηκαν στην εύφορη κοιλάδα δίπλα στις λίμνες.
Κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους ανθεί στην περιοχή πόλη με την επωνυμία Κέλλα[2] χωρίς να έχει προσδιορισθεί η θέση της. Στα τέλη του 18ου αιώνα ο Αλί πασάς των Ιωαννίνων γίνεται κύριος της περιοχής. Μετά το θάνατο του Τουρκαλβανού περνά στα χέρια ενός υπασπιστή του σουλτάνου και προς το τέλος του 19ου αιώνα γίνεται τσιφλίκι του Ρεούφ πασά. Οι κάτοικοί της περιοχής έλαβαν μέρος στον Μακεδονικό αγώνα και την είδαν να ελευθερώνεται από την προέλαση του Ελληνικού στρατού προς το Μοναστήρι το Νοέμβριο του 1912. Σπουδαίος Μακεδονομάχος από το Αμύνταιο ήταν ο Αλέξανδρος Χατζής[3][4]. Ο δημογραφικός χάρτης της περιοχής αλλάζει στα τέλη της δεκαετίας του 1910 οπότε οι Τούρκοι κάτοικοι αποχωρούν και αντικαθίστανται από Έλληνες του Πόντου.
Η μοίρα της περιοχής αλλάζει με την έλευση του σιδηροδρόμου. Το 1892 ο σουλτάνος αποφασίζει την επέκταση της σιδηροδρομικής γραμμής Κωνσταντινούπολης Θεσσαλονίκης μέχρι το Μοναστήρι. Η γαλλική εταιρεία που αναλαμβάνει το έργο χαράσσει την γραμμή να περνά από το Αμύνταιο. Ο σιδηρόδρομος καθιστά την πόλη ως ένα από τα μεγαλύτερα οικονομικά κέντρα της Δυτικής Μακεδονίας. Η άνθηση αυτή κρατά μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα.
Ο σημερινός δήμος προήλθε από την συνένωση του Δήμου Αμυνταίου, που είναι και η έδρα του διευρυμένου Δήμου, με επτά (7) πρώην κοινότητες.
Ο σιδηροδρομικός σταθμός, 1894
Οι πρώην ΟΤΑ που συγκροτούν το σημερινό Δήμο Αμυνταίου είναι οι εξής :
Αμυνταίο (έδρα δήμου)
Δημοτικό Διαμέρισμα Αγίου Παντελεήμονα
Δημοτικό Διαμέρισμα Κέλλης
Δημοτικό Διαμέρισμα Kλειδίου
Δημοτικό Διαμέρισμα Ξινού – Νερού
Δημοτικό Διαμέρισμα Πετρών
Δημοτικό Διαμέρισμα Ροδώνα
Δημοτικό Διαμέρισμα Φανού
Στο Δήμο Αμυνταίου συμπεριλαμβάνονται επίσης οι οικισμοί του Σωτήρα και της Αναλήψεως.
Όνομα
Η ονομασία της κωμόπολης το 15ο αιώνα ήταν Συροβίτσεβο. Η ονομασία αυτή με διάφορες παραλλαγές απαντάται έως την απελευθέρωση από τους Τούρκους. Εμφανίζεται και ως Σουροβίτσεβο, Σούροβιτς και τελικά Σόροβιτς. Το όνομα αυτό σχετίζονταν με την πηγή μεταλλικού νερού του γειτονικού Ξυνού Νερού Πρβ. και Σουρωτή Θεσσαλονίκης. Μετονομάστηκε το 1928[5] σε Αμύνταιο, προς τιμήν του τοπικού άρχοντα της Λυγκηστίδας και στρατηγού του Μεγάλου Αλεξάνδρου, Αμύντα.[6]
Φυσικό
Ο Δήμος Αμυνταίου βρίσκεται στο νοτιοδυτικό τμήμα του Νομού Φλώρινας και έχει συνολική έκταση 240.141 στρ. Η περιοχή του Δήμου χαρακτηρίζεται ως ορεινή – ημιορεινή με εξαίρεση τα αγροκτήματα του Αμυνταίου και του Ροδώνα, τα οποία είναι κατά κύριο λόγο πεδινά.
Λίμνη Βεγορίτιδα
Η λίμνη Βεγορίτιδα ή Οστρόβου έχει έναν υπερτοπικό χαρακτήρα, καθώς διοικητικά ανήκει στους νομούς Πέλλας και Φλώρινας και στους Δήμους Αμυνταίου, Φιλώτα και Βεγοτίτιδας. Περιβάλλεται από τα βουνά Βέρνου, Βόρας και Βέρμιο και αποτελεί το χαμηλότερο σημείο του συμπλέγματος των λιμνών Ζάζαρης, Χειμαδίτιδας και Πετρών, των οποίων δέχεται τα νερά μέσα από σύστημα διωρύγων και σήραγγας.
Μαζί με τις άλλες λίμνες της περιοχής αποτέλεσε σημαντικό παραγωγικό πυρήνα, γύρω από τον οποίο αναπτύχθηκαν οικισμοί από την πρώιμη αρχαιότητα. Αυτό τεκμηριώνεται από τυχαία, επιφανειακά ευρήματα αν και μέχρι στιγμής δεν έχει προωθηθεί συστηματική αρχαιολογική έρευνα. Πέρα από τη στενά παραγωγική της σημασία αποτελούσε και εξακολουθεί να αποτελεί ένα τόπο ιδιαίτερου φυσικού κάλλους που προσήλκυε έναν σημαντικό αριθμό επισκεπτών, αποκτώντας με τον τρόπο αυτό μια νέα παραγωγική σημασία σε ένα δεύτερο επίπεδο. Οι απόκρημνες όχθες της αποτελούν ιδανικό καταφύγιο για πλήθος άγριων πουλιών, όπως οι ασπροπάπηδες, οι αετογερακίνες, καθώς και για το παγκοσμίως απειλούμενο κιρκινέζι και έχει χαρακτηρισθεί ως Περιοχή Κοινοτικού Ενδιαφέροντος στο Ευρωπαϊκό Οικολογικό Δίκτυο Natura 2000. Η λίμνη αποτελεί ιδανικό ψαρότοπο με συνηθέστερα είδη το γριβάδι, τον κορήγονο, τις τούρνες, τις πλατίκες, τους γουλιανούς και τα τσιρόνια.
Λίμνη των Πετρών
Η λίμνη των Πετρών όπως και η Βεγορίτιδα δε μπορεί να συσχετιστεί μόνο με ένα οικισμό. Η σχετικά ρηχή αυτή λίμνη, μέγιστο βάθος 3,5 μ, βρίσκεται στα Νοτιοδυτικά της λίμνης Βεγορίτιδος, με την οποία συνδέεται μέσω διώρυγας και σήραγγας και καταλαμβάνει έκταση 14 χμ2. Το ευρύτερο οικοσύστημα των λιμνών με τους γειτονικούς ορεινούς όγκους και την αμπελουργική ζώνη, συνθέτει το ιδιαίτερο τοπίο της περιοχής, ενώ έχει χαρακτηρισθεί ως Περιοχή Κοινοτικού Ενδιαφέροντος στο Ευρωπαϊκό Οικολογικό Δίκτυο Natura 2000, λόγω της διαβίωσης περισσότερων από 130 ειδών πουλιών και αρπακτικών με σπανιότερα τη λαγγόνα και τη νανόχηνα. Η ιδιαίτερη σημασία που έχει για την ορνιθοπανίδα η προστασία της μιας από τις τρεις μοναδικές στην Ευρωπαϊκή Ένωση αποικίες αναπαραγωγής της λαγγόνας και της νανόχηνας, οδήγησε τις αρμόδιες υπηρεσίες της Ε.Ε να εντάξουν τη λίμνη των Πετρών στο πρόγραμμα LIFE Προστασία της λαγγόνας και της νανόχηνας.
Ορεινοί όγκοι
Οι Ορεινοί όγκοι που περικλείουν το λεκανοπέδιο της περιοχής Αμυνταίου, δημιουργούν, σε συνδυασμό με τις λίμνες Πετρών και Βεγορίτιδα, ένα μοναδικό τοπίο. Το Ραντόσι, το Λελέκι, οι πρόποδες του Βόρα, αλλά και τα μικρότερα βουνά της περιοχής, εκτός από τους εντυπωσιακούς τους σχηματισμούς, αποτελούν χώρους διαβίωσης πτηνών (πέρδικες, σπάνια είδη αρπακτικών κλπ.) και θηλαστικών (λύκοι, αγριογούρουνα, αρκούδες, αλεπούδες κλπ.).
Με την ανάπτυξη του εναλλακτικού τουρισμού έχουν δημιουργηθεί και βελτιώνονται συνεχώς υποδομές για την εξυπηρέτηση των επισκεπτών, όπως περιπατητικές διαδρομές, χώροι δασικής αναψυχής κλπ, όπου ο επισκέπτης μπορεί να χαρεί την ομορφιά της φύσης.
Δημογραφικά Στοιχεία
Ο συνολικός πληθυσμός του Δήμου Αμυνταίου είναι, σύμφωνα με στοιχεία της απογραφής του 2001, 8.378 κάτοικοι. Υπολογίζεται κατά εκτίμηση ότι οι μόνιμοι κάτοικοι σήμερα ξεπερνούν τις 10.000 και ο πληθυσμός κατά την περίοδο αιχμής (καλοκαίρι) ανέρχεται περίπου σε 12.500 κάτοικους. Τα δημογραφικά χαρακτηριστικά του τόπου δείχνουν την δυναμική του και την κατάσταση της τοπικής κοινωνίας σε σχέση με την οικονομία της, το πολιτισμό της, την ανάπτυξή της. Τα δημογραφικά χαρακτηριστικά του Δήμου Αμύνταιου, παρουσιάζουν μια περιοχή με κανονική ηλικιακή κατανομή του πληθυσμού, γεγονός που μπορεί να συμβάλλει στην περαιτέρω ανάπτυξη του Δήμου.
Προϊόντα
Κρασιά
Το οροπέδιο του Αμυνταίου αποτελεί μια από τις σπουδαιότερες αμπελουργικές ζώνες της Ελλάδας και η καλλιέργεια του αμπελιού έχει τις ρίζες του στην αρχαιότητα. Τα ευρήματα της περιοχής και η πατροπαράδοτη λατρεία του Διονύσου και του Αγίου Τρύφωνα στα χριστιανικά χρόνια επιβεβαιώνουν την σχέση αμπελιού και Αμυνταίου.
Ο αμπελώνας του Αμυνταίου αποτελεί την πιο ηπειρωτική ζώνη της Ελλάδας, εκτείνεται σε υψόμετρο 650 μέτρα και περιλαμβάνει 7.500 στρέμματα. Στη περιοχή δεσπόζει η εκλεκτή ποικιλία Ξινόμαυρο η αποκαλούμενη και Ποπόλκα. Το 1972 ο ερυθρός οίνος και ο αφρώδης οίνος Αμυνταίου εντάχθηκαν στους οίνους Ονομασίας Προέλευσης Ανωτέρας Ποιότητας, ενώ από το 1995 στην ίδια ονομασία εντάχθηκε και ο ροζέ οίνος. Απαραίτητη προϋπόθεση τα σταφύλια να προέρχονται από την οριοθετημένη ζώνη ΟΠΑΠ Αμυνταίου και να είναι της ποικιλίας Ξινόμαυρο. Για τους ερυθρούς οίνους ορίζεται απαραίτητα η παλαίωση τους σε δρύινα βαρέλια για ένα τουλάχιστον χρόνο. Ο μοναδικός ροζέ ελληνικός οίνος που ανήκει στην κατηγορία vqprd, στους οποίους υπάγονται οι ελληνικοί οίνοι Ονομασίας Προέλευσης Ανωτέρας Ποιότητας (ΟΠΑΠ), παράγεται στην ακριτική περιοχή του Αμυνταίου. Στους αμπελώνες αυτής της περιοχής καλλιεργείται η εκλεκτή ποικιλία Ξινόμαυρο, η ίδια εκείνη ποικιλία που στους αμπελώνες της Νάουσας, της Γουμένισσας και της Ραψάνης δίνει οίνους της ίδιας κατηγορίας αλλά ερυθρούς. Κάποιοι οινοποιοί κάνουν επίσης ένα λευκό κρασί που προέρχεται από την ερυθρή ποικιλία "Ξινόμαυρο". Τα κρασιά αυτά ονομάζονται Blanc de Noirs.
Τα 600 με 750 μέτρα υψόμετρο οι πολλοί υδάτινοι όγκοι, οι λοφώδεις εκτάσεις οι εκτεθειμένες στους ανέμους, το κεκλιμένο αμμώδες και ελαφρύ έδαφος, τα κλίματα που ξεχειμωνιάζουν στα χιόνια, η μεγάλη διαφορά θερμοκρασίας μεταξύ ημέρας και νύκτας, συνθέτουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά στα οποία αποδίδεται το επιτυχές αποτέλεσμα του τοπικού κρασιού. Στην περιοχή αποφεύγεται η χρήση φυτοφαρμάκων, γεγονός που καθιστά την καλλιέργεια σχεδόν βιολογική.
Το οινοποιείο δημιουργήθηκε το 1960 για να καλύψει τις ανάγκες των αμπελουργών της περιοχής. Στη μακρά πορεία του πέτυχε την αναγνώριση του τοπικού κρασιού σε διεθνές επίπεδο, ενώ με το εξειδικευμένο προσωπικό του βοήθησε τους αμπελοπαραγωγούς να βελτιώσουν ποιοτικά τα προϊόντα τους. Επίσης ήταν αυτό που μετά από επίμονες προσπάθειες πέτυχε την αναγνώριση της αμπελουργικής ζώνης Αμυνταίου σε ζώνη Ονομασίας Προέλευσης Ανώτερης Ποιότητας. Είναι το μοναδικό ελληνικό συνεταιριστικό οινοποιείο που λειτουργεί στα πρότυπα του IZO 9OO2 και η σημερινή δυνατότητα εμφιάλωσης ανέρχεται σε 750.000 φιάλες με άμεσο στόχο τις 1.500.000. Εμφιαλώνει ακόμη ροζέ οίνους ΟΠΑΠ και για λογαριασμό άλλων οίκων εμφιάλωσης κρασιών, όπως η οινοποιία Τσάνταλη και η οινοποιία Μεγαπάνου.
Από το 2002 το οινοποιείο εκμεταλλευόμενο την παράδοση της περιοχής στην παραγωγή τσίπουρου παράγει και εμφιαλώνει το πατροπαράδοτο προϊόν με την ονομασία SPIRITO. Το οινοποιείο είναι μέλος της Ε.ΝΟ.Α.Μ και συμμετέχει στο πρόγραμμα Δρόμοι του κρασιού της Μακεδονία (διαμέρισμα)|Μακεδονίας, ενώ από το 2001 κατέστη επισκέψιμο και στους ειδικά διαμορφωμένους χώρους του, μπορεί να δεχθεί σημαντικό αριθμό επισκεπτών.
Περιηγητές όπως ο Τζελεμπί και ο Πουκεβίλ εκθειάζουν τα αμπέλια της περιοχής ενώ τον 3ο Αιώνα μΧ ο Αθήναιος εκθειάζει τον Κελληνό ελαφρύ οίνο. Όταν ο Αλή πασάς γίνεται κύριος της περιοχής προμηθεύεται προϊόντα αμπελοκαλλιέργειας από τους αμπελώνες της, ενώ κατά τους Βαλκανικούς πολέμους ο Σπύρος Μελάς αναφέρεται στο εξαίρετο κρασί του Σόροβιτς. Ακόμα στη μεγάλη ακμή της πόλης υπάρχουν έμποροι που διακινούν το κρασί μέχρι το Μοναστήρι το Βελιγράδι και την Βιέννη.